«Δεν έπαιξα ποτέ σε βιντεοκασέτα»: Το μεγάλο μυστικό του Στάθη Ψάλτη που βγήκε στο φως
Από το σινεμά στα video clubs: Γιατί ο Στάθης Ψάλτης θύμωνε με τον τίτλο «βασιλιάς της βιντεοκασέτας»
Δημοσίευση 20/9/2025

Ο Στάθης Ψάλτης δεν ήταν απλά ένας κωμικός ηθοποιός των ’80s. Ήταν το φαινόμενο της εποχής. Οι ταινίες του έσπαγαν ταμεία, οι ατάκες του έγιναν ατάκες του λαού και το όνομά του έγινε συνώνυμο της ποπ κουλτούρας μιας ολόκληρης γενιάς.
Και κάπου εκεί γεννήθηκε ένας μύθος που επιβίωσε μέχρι σήμερα: ο τίτλος «ο βασιλιάς της βιντεοκασέτας». Ένας τίτλος που τον έκανε να βγαίνει από τα ρούχα του! Γιατί; Επειδή, όπως έλεγε ο ίδιος ξανά και ξανά: «Δεν έκανα ποτέ βιντεοκασέτα. Έκανα μόνο ταινίες».
Τι πήγε στραβά και μπερδεύτηκε ο κόσμος;
Η αλήθεια είναι απλή: τη δεκαετία του ’80 οι περισσότερες ελληνικές ταινίες κυκλοφόρησαν αργότερα και σε βιντεοκασέτα. Έτσι, όταν ο κόσμος τις έβρισκε στο βίντεο κλαμπ της γειτονιάς του, νόμιζε ότι είχαν γυριστεί απευθείας για βίντεο. Στην πραγματικότητα όμως, τα φιλμ του Ψάλτη ήταν καθαρά κινηματογραφικές παραγωγές.
Κι όμως, παρά τα όσα διαβεβαίωνε, υπάρχει μια μικρή παραφωνία. Γιατί ο μεγάλος ηθοποιός, όπως αποκάλυψε και η κόρη του, έπαιξε τελικά σε ελάχιστες βιντεοταινίες – μόλις τέσσερις.
Οι 4 βιντεοταινίες του Στάθη Ψάλτη που δεν ήθελε να θυμάται
Οι κυβερνήσεις πέφτουνε, αλλά ο Ψάλτης μένει (1987)
Και πετάει και πηδάει (1988)
Ερωτιάρης από κούνια (1989)
Ο εραστής (1990)
Σύμφωνα με τη Μαρία Ψάλτη, ο πατέρας της το έκανε καθαρά για βιοποριστικούς λόγους:
«Ο μπαμπάς μου έπαιξε σε ελάχιστες βιντεοκασέτες προκειμένου να επιβιώσει. Κυρίως ήταν κινηματογραφικές και εμπορικές οι επιτυχίες του».
Γιατί αρνιόταν μέχρι τέλους;
Ο Ψάλτης είχε υψηλά στάνταρ. Στο σινεμά του άρεσε να δουλεύει σκληρά – με γύρισμα ωρών και μήνες δουλειάς για λίγα λεπτά φιλμ. Οι βιντεοταινίες, αντίθετα, του φαίνονταν πρόχειρες. Κι επειδή ο ίδιος έβλεπε τον εαυτό του πάνω απ’ όλα σαν καλλιτέχνη, δεν ήθελε να τον ταυτίζουν με αυτό το «γρήγορο» είδος παραγωγής.
Ο ηθοποιός που έκανε τα πάντα με τους δικούς του όρους
Ακόμα κι όταν η τηλεόραση τον καλούσε, εκείνος προτίμησε το θέατρο και ρόλους απαιτητικούς, δραματικούς, που έδειχναν το εύρος του ταλέντου του. Ίσως γι’ αυτό θύμωνε κάθε φορά που τον αποκαλούσαν «βασιλιά της βιντεοκασέτας» – γιατί ήξερε ότι μπορούσε (και απέδειξε) πως ήταν πολλά περισσότερα.