Έγκλημα ως θέαμα: Μια σιωπηλή απειλή πίσω από τις λεπτομέρειες στα ρεπορτάζ
Μήπως δίνουμε πάρα πολλές πληροφορίες στα εγκλήματα;
Γράφει η ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΔΟΥ Δημοσίευση 14/7/2025 | 07:03

Η υπόθεση της Ειρήνης Μουρτζούκου συγκλόνισε. Και όπως κάθε έγκλημα που εγείρει το κοινό αίσθημα, πυροδότησε αμέτρητα ρεπορτάζ, αναλύσεις, τηλεοπτικές εκπομπές, και συζητήσεις επί συζητήσεων. Με αφορμή την υπόθεση της Ειρήνης Μουρτζούκου, ξαναβλέπουμε πώς (και πόσο) μιλάμε για τις φρικαλεότητες.
Όμως, πίσω από την εύλογη ανάγκη για ενημέρωση, αναδύεται ένας άλλος, πιο σκοτεινός φόβος: ο φόβος του μιμητισμού.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ένα στυγερό έγκλημα αποκτά διαστάσεις true crime reality. Κάθε λεπτομέρεια της πράξης, κάθε λέξη του θύτη, κάθε σκιά στο προφίλ του δολοφόνου αναπαράγεται ξανά και ξανά. Τονίζονται οι «παραξενιές» του, αναλύονται οι κινήσεις του, μετατρέπεται — έστω και άθελα — σε αρρωστημένο "πρότυπο". Η γοητεία του κακού γίνεται θέαμα. Και το χειρότερο: μπορεί να εμπνεύσει.
Παιδοκτονiες, έμφυλη βία, fονικά ζευγαριών — συμβαίνουν. Και πρέπει να συζητηθούν. Όχι όμως με όρους σίριαλ. Όχι με μουσικές, κάμερες να ακολουθούν τις μητέρες, φαντασιώσεις για το “τι θα γινόταν αν”. Όταν ένα έγκλημα παρουσιάζεται με τόση ένταση και διάρκεια, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να δώσει "ιδέες" σε έναν άλλον άνθρωπο, ψυχικά ασταθή, που αναζητά αναγνώριση ή διέξοδο.
Δεν είναι λογοκρισία να περιορίσουμε την έκταση και το ύφος της κάλυψης. Είναι ευθύνη. Το κοινό δεν έχει ανάγκη να μάθει πώς έγινε το έγκλημα με κάθε ανατριχιαστική λεπτομέρεια — έχει ανάγκη να καταλάβει γιατί φτάνουμε ως κοινωνία ως εκεί. Ποια είναι τα σημάδια πριν την τραγωδία, ποια τα κενά στην πρόληψη, ποιοι οι τρόποι να στηριχθούν τα θύματα πριν γίνουν στατιστικές.
Η υπερπροβολή δεν ευαισθητοποιεί πάντα. Συχνά μουδιάζει. Κάνει το φρικτό να φαίνεται καθημερινό. Και σ’ έναν κόσμο όπου το φως χάνεται εύκολα, πρέπει να προσέχουμε ποια σκοτάδια φωτίζουμε και πώς.