Απάτη Cum ‑ Ex/Cum ‑ Cum: Το φορολογικό σκάνδαλο που κοστίζει δισεκατομμύρια στην Ευρώπη
Παρόλο που έχει εντοπιστεί, συνεχίζεται
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 1/8/2025 | 00:20

Δύο δεκαετίες μετά την αποκάλυψή τους, τα φορολογικά σκάνδαλα Cum-Ex και Cum-Cum εξακολουθούν να στοιχίζουν δισεκατομμύρια ευρώ στα ευρωπαϊκά κράτη.
Παρά τις πολυετείς έρευνες και τις δικαστικές αποφάσεις που τα κήρυξαν παράνομα, το δίκτυο αυτών των απάτων παραμένει ενεργό και συνεχίζει να εξελίσσεται.
29 δισ. ευρώ ζημιά μόνο για τη Γερμανία και140 δισ. παγκοσμίως
Από το 2000 έως το 2020, η Γερμανία έχασε τουλάχιστον 29 δισ. ευρώ εξαιτίας της πρακτικής Cum-Cum, μιας εκδοχής της πιο γνωστής Cum-Ex. Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, οι συνολικές απώλειες εκτιμώνται σε πάνω από 140 δισ. ευρώ. Και το πιο ανησυχητικό; Η πρακτική συνεχίζεται.
Η Άννε Μπρόρχιλκερ, πρώην εισαγγελέας και σήμερα μέλος του οικονομικού παρατηρητηρίου Finanzwende, τονίζει ότι παρά τις αποκαλύψεις και την προσοχή των ΜΜΕ, πολλές εθνικές αρχές «δεν έχουν ιδέα» πως η απάτη συνεχίζεται με μικρές παραλλαγές σε όλη την ΕΕ, από τη Γερμανία και τη Γαλλία μέχρι την Ισπανία, το Λουξεμβούργο και την Ιταλία.
Το τέχνασμα πίσω από τα κενά του συστήματος
Ο βασικός μηχανισμός των Cum-Ex/Cum-Cum βασίζεται σε μία σειρά ταχύτατων συναλλαγών μετοχών γύρω από την ημερομηνία πληρωμής μερίσματος. Μέσα από αυτό το «παραθυράκι», επενδυτές και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα καταφέρνουν να ζητούν επιστροφή φόρου, ακόμα και πολλές φορές, για έναν φόρο που είτε καταβλήθηκε μία φορά είτε… καθόλου.
Στο σενάριο της Cum-Cum, ξένες τράπεζες που δεν έχουν δικαίωμα επιστροφής φόρου για μερίσματα που εισπράττουν από γερμανικές μετοχές, τις «δανείζουν» προσωρινά σε γερμανικά ιδρύματα. Εκείνα διεκδικούν και λαμβάνουν επιστροφή φόρου, κατόπιν επιστρέφουν τις μετοχές στον αρχικό κάτοχο και τα κέρδη μοιράζονται. Το τέχνασμα δεν αφήνει ίχνη, αφού οι αμοιβές για τέτοιους τίτλους δεν φορολογούνται, ούτε ελέγχονται.
Γιατί δεν σταματάει;
Το ερώτημα δεν είναι νέο, αλλά η απάντηση παραμένει η ίδια: τεράστια κενά στην εποπτεία, ανεπαρκής διασυνοριακή συνεργασία, και, κυρίως, η ισχύς του χρηματοπιστωτικού λόμπι.
Η Μόνικα Χάινολντ, πρώην υπουργός Οικονομικών στο κρατίδιο Σλέσβιγκ-Χόλσταϊν, αναφέρει πως οι πιέσεις των λομπιστών είναι συνεχείς και αποτελεσματικές. Το ίδιο το Finanzwende υπολογίζει ότι το χρηματοπιστωτικό λόμπι δαπανά περίπου 40 εκατομμύρια ευρώ ετησίως για lobbying στην Ευρωπαϊκή Ένωση, περισσότερα από τον συνδυασμό των αυτοκινητοβιομηχανιών και της χημικής βιομηχανίας.
Χιλιάδες υποθέσεις – ελάχιστες καταδίκες
Παρά την καταδίκη της πρακτικής Cum-Ex από το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Γερμανίας, η εφαρμογή του νόμου παραμένει δύσκολη. Αυτή τη στιγμή, μόνο στη Γερμανία εκκρεμούν 253 υποθέσεις που σχετίζονται με ύποπτες συναλλαγές αυτού του τύπου, με συνολικό ύψος ζημίας άνω των 7,3 δισ. ευρώ.
Η ίδια η φύση της απάτης, περίπλοκη, διεθνής και τεχνικά εξελιγμένη, καθιστά την πάταξή της έναν Γολγοθά για τις φορολογικές αρχές, που συχνά δεν έχουν τους πόρους, την εξειδίκευση ή την πολιτική στήριξη να την αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά.
Μια “νόμιμη” απάτη σε πλήρη εξέλιξη
Οι Cum-Ex και Cum-Cum παραμένουν η απόδειξη ότι οι πιο επικίνδυνες φορολογικές απάτες δεν κρύβονται στις σκιές αλλά εκτελούνται ανοιχτά, εκμεταλλευόμενες τα ίδια τα κενά του νόμου. Και όσο οι ρυθμιστικές αρχές διστάζουν να βάλουν φρένο, οι επιτήδειοι θα συνεχίσουν να πλουτίζουν εις βάρος των κρατών και των φορολογουμένων.