Καθώς ένα νέο, παρατεταμένο κύμα καύσωνα σαρώνει την Ευρώπη, εκατομμύρια πολίτες δίνουν μάχη με τις θερμοκρασίες που επιμένουν ακόμα και τη νύχτα. Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, όπου εννέα στα δέκα σπίτια έχουν κλιματισμό, στην Ευρώπη λιγότερο από το 20% των κατοικιών διαθέτουν συστήματα ψύξης και σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γερμανία, τα ποσοστά πέφτουν στο 5% και 3% αντίστοιχα.
Αντί για κλιματιστικά, οι κάτοικοι καταφεύγουν σε ανεμιστήρες, παγοκύστες και κρύα ντους. Η απουσία ψύξης αποδίδεται ιστορικά στον ήπιο καιρό, ειδικά στον βορρά. Όπως εξηγεί ο Brian Motherway του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, «μέχρι πρόσφατα, απλώς δεν υπήρχε ανάγκη». Έτσι, ο κλιματισμός αντιμετωπιζόταν ως πολυτέλεια, δαπανηρός στην εγκατάσταση και τη λειτουργία, ιδίως σε χώρες με ακριβή ενέργεια και χαμηλότερα εισοδήματα από τις ΗΠΑ.
Η ενεργειακή κρίση που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία εκτόξευσε περαιτέρω το κόστος, καθιστώντας την αγορά κλιματιστικού απαγορευτική για πολλούς. Επιπλέον, η ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική, είτε με πέτρινα κτίσματα στον νότο που παραδοσιακά κρατούν τη ζέστη έξω, είτε με παμπάλαια σπίτια στον βορρά, δεν διευκολύνει την ενσωμάτωση σύγχρονων συστημάτων ψύξης. Στη Βρετανία, το 1 στα 6 σπίτια χτίστηκε πριν το 1900, ενώ σε πολλές περιπτώσεις, η τοποθέτηση εξωτερικής μονάδας απορρίπτεται λόγω αισθητικών ή πολεοδομικών περιορισμών.
Πέρα από την πρακτικότητα, υπάρχει και η περιβαλλοντική διάσταση. Ο κλιματισμός καταναλώνει τεράστιες ποσότητες ενέργειας και διοχετεύει θερμότητα πίσω στο περιβάλλον, επιτείνοντας το φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας. Έρευνα στο Παρίσι έδειξε ότι σε συνθήκες μαζικής χρήσης, τα κλιματιστικά θα μπορούσαν να αυξήσουν τη θερμοκρασία στους δρόμους από 2 έως και 4 βαθμούς Κελσίου.
Αρκετές κυβερνήσεις προσπαθούν να επιβάλουν όρια, όπως η Ισπανία, που απαγόρευσε τον κλιματισμό κάτω από τους 27°C σε δημόσιους χώρους. Όμως η πίεση για δράση αυξάνεται. Η Ευρώπη θερμαίνεται δύο φορές ταχύτερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο, ενώ πολιτικά κόμματα, όπως το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν, προωθούν φιλόδοξα σχέδια εγκατάστασης κλιματιστικών ως «κοινωνική ισότητα στη θερμότητα».
Παράλληλα, οι προβλέψεις δείχνουν εκρηκτική αύξηση: σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, τα κλιματιστικά στην ΕΕ θα φτάσουν τα 275 εκατομμύρια ως το 2050. Όμως, όπως προειδοποιεί η καθηγήτρια Ραντίκα Χόσλα της Οξφόρδης, «κάθε νέα μονάδα ψύξης που λειτουργεί με ορυκτά καύσιμα ενισχύει την κλιματική κρίση». Η ίδια χαρακτηρίζει την κατάσταση ως «φαύλο κύκλο», όπου η ζέστη φέρνει περισσότερη ψύξη, η ψύξη περισσότερες εκπομπές, και οι εκπομπές περισσότερο καύσωνα.
Η πρόκληση για την Ευρώπη είναι σύνθετη: να προστατεύσει τους πολίτες από τον καύσωνα χωρίς να ενισχύσει την αιτία του. Όπως σημειώνει η Yetunde Abdul, διευθύντρια του UK Green Building Council, «τα σπίτια μας πρέπει να προστατεύουν πλέον όχι μόνο από το κρύο, αλλά και από τη φονική ζέστη του μέλλοντος».