Το διάσημο no.1 τραγούδι που προκάλεσε μόνιμη διαμάχη για τη σημασία του
Ίσως η αλήθεια είναι κάπου στη μέση
Γράφει ο ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ Δημοσίευση 21/10/2025 | 01:17

Το «American Woman» των The Guess Who είναι από εκείνα τα τραγούδια που με το πρώτο ακόρντο σού θυμίζουν ακριβώς σε ποια εποχή βρίσκεσαι: στα τέλη του ’60, στο κατώφλι μιας νέας δεκαετίας που θα άλλαζε τη ροκ μουσική για πάντα.
Με τον χαρακτηριστικό, “βαρύ” bluesy ήχο του, το κομμάτι κυκλοφόρησε το 1970, ανέβηκε στο No.1 του Billboard Hot 100 και χάρισε στους Καναδούς δημιουργούς του μια θέση στην ιστορία.
Περισσότερο από τριάντα χρόνια αργότερα, το cover του Lenny Kravitz για το Austin Powers: The Spy Who Shagged Me (1999) το επανέφερε στη mainstream κουλτούρα, χαρίζοντάς του ένα Grammy και νέα ζωή στη γενιά του MTV. Όμως, πίσω από τον ηλεκτρισμένο ρυθμό και τη θρυλική κιθάρα, το «American Woman» κουβαλά μια ιστορία τόσο παράξενη όσο και οι καιροί που το γέννησαν.
Μια καναδική μπάντα που “ξεγέλασε” τα ραδιόφωνα
Οι The Guess Who προέρχονταν από τη Μανιτόμπα του Καναδά και σχηματίστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του ’50. Στην αρχή λεγόντουσαν Chad Allan & The Reflections, αλλά αντιμετώπιζαν ένα σοβαρό πρόβλημα: τα καναδικά ραδιόφωνα προτιμούσαν να παίζουν βρετανικές μπάντες.
Έτσι, το 1965, όταν κυκλοφόρησαν το “Shakin’ All Over”, το υπέβαλαν ανώνυμα, με την ένδειξη “Guess Who?”, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ίσως πρόκειται για μια νέα βρετανική μπάντα.
Το τέχνασμα πέτυχε. Το τραγούδι έγινε επιτυχία και το όνομα κόλλησε. Από “Guess Who?” έγιναν The Guess Who, και το 1970 θα ανέβαιναν στην κορυφή των αμερικανικών charts με ένα τραγούδι για… μια «Αμερικανίδα γυναίκα».
Ένα riff που γεννήθηκε κατά λάθος
Σύμφωνα με τον κιθαρίστα Randy Bachman, το τραγούδι δημιουργήθηκε εντελώς τυχαία. Κατά τη διάρκεια μιας συναυλίας, έσπασε μια χορδή και σταμάτησε για να κουρδίσει ξανά, χωρίς δεύτερη κιθάρα, χωρίς roadie, χωρίς tuner.
«Άρχισα να παίζω ένα riff απλώς για να δω αν ήμουν στο σωστό τόνο», είπε χρόνια αργότερα. «Ξαφνικά είδα τα κεφάλια του κοινού να γυρνούν όλα προς τη σκηνή. Κατάλαβα ότι είχα βρει κάτι που δεν έπρεπε να ξεχάσω».
Φώναξε τους υπόλοιπους στη σκηνή και άρχισαν να τζαμάρουν. Ο τραγουδιστής Burton Cummings αυτοσχεδίασε τους πρώτους στίχους που του ήρθαν στο μυαλό: “American woman, stay away from me.” Έτσι, μέσα σε λίγα λεπτά, γράφτηκε ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα τραγούδια της ροκ.
Διαμαρτυρία ή ερωτική μεταφορά;
Εδώ αρχίζει η διαμάχη. Ο Bachman έχει δηλώσει επανειλημμένα ότι το τραγούδι είναι αντιπολεμικό: «Ήταν τα τέλη του ’60. Μας καλούσαν να πάμε στο Βιετνάμ. Παίζαμε στον Καναδά, μπροστά σε χιλιάδες νέους που είχαν φύγει από τις ΗΠΑ για να αποφύγουν τη στράτευση. Για εμάς, η “American Woman” δεν ήταν μια γυναίκα, ήταν η ίδια η Αμερική, με τους πολέμους της, τη βία και τα γκέτο της».
Αντίθετα, ο Burton Cummings έχει δηλώσει ότι δεν υπήρχε καμία πολιτική πρόθεση. «Απλώς έλεγα ότι οι Αμερικανίδες έμοιαζαν πιο ώριμες και… πιο επικίνδυνες από τις Καναδές. Ήθελα να πω “προτιμώ τις δικές μας”. Δεν σκεφτόμουν ούτε πόλεμο ούτε πολιτική», έχει πει σε συνεντεύξεις του στον Toronto Star και στο CBC Radio.
Η αλήθεια μάλλον βρίσκεται κάπου στη μέση. Το τραγούδι κυκλοφόρησε σε μια εποχή γεμάτη κοινωνικές αναταράξεις, και ο καθένας έδωσε σ’ αυτό τη δική του ερμηνεία, άλλοι ως πολιτικό μήνυμα, άλλοι ως ερωτικό κάλεσμα.
Από τη Μανιτόμπα στην αιωνιότητα
Είτε πρόκειται για διαμαρτυρία είτε για αυθόρμητο λυρισμό, το “American Woman” έμεινε στην ιστορία ως το πρώτο τραγούδι καναδικής μπάντας που έφτασε στο νούμερο 1 στις ΗΠΑ.
Η ενέργειά του, ο αυθορμητισμός του και το θρυλικό riff το μετέτρεψαν σε ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα κομμάτια της κλασικής ροκ, ενώ η εκδοχή του Kravitz το επανέφερε με νέα λάμψη για τις επόμενες γενιές.
Μισό αιώνα μετά, εξακολουθεί να προκαλεί την ίδια απορία: Ήταν τελικά ένα τραγούδι για μια γυναίκα, ή για μια ολόκληρη χώρα;