E-Daily Τα Νέα της ημέρας και ότι σου κάνει κλικ!
LOL Feed OMG Feed Retro Feed A-List Feed LGBTQI+ Feed
E-Daily

Δεληβοριάς για Σαββόπουλο: «Θα σου χρωστώ για πάντα όλο τον εαυτό μου»

Με ένα μακροσκελές κείμενο αποχαιρέτησε τον Διονύση Σαββόπουλο

Δημοσίευση 22/10/2025 | 06:48

Δεληβοριάς για Σαββόπουλο: «Θα σου χρωστώ για πάντα όλο τον εαυτό μου»

Με ένα μακροσκελές κείμενο, ο Φοίβος Δεληβοριάς αποχαιρέτησε τον Διονύση Σαββόπουλο, μιλώντας για τον άνθρωπο που καθόρισε τη σκέψη και το τραγούδι μιας ολόκληρης γενιάς.

Με ένα εκτενές κείμενο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Φοίβος Δεληβοριάς αποχαιρέτησε τον Διονύση Σαββόπουλο, τον άνθρωπο που —όπως γράφει— καθόρισε όχι μόνο τη μουσική του πορεία, αλλά και τη σκέψη μιας ολόκληρης γενιάς.

Ο τραγουδοποιός ξεκινά με στίχους από τραγούδι του Σαββόπουλου και περιγράφει πώς, αν και ένιωθε ότι προετοιμαζόταν για την απώλεια, βρέθηκε «εντελώς απροετοίμαστος».

Ο Δεληβοριάς θυμάται την πρώτη φορά που τον είδε, 15χρονος, στην παράσταση «Το Κούρεμα» στο Ζουμ, σε μια περίοδο που ο Σαββόπουλος «διαπομπευόταν από πρώην θαυμαστές του». Παρ’ όλα αυτά, όπως γράφει, τότε ήταν που «τον αγάπησε ακόμα περισσότερο», αναγνωρίζοντας «μιαν αποτρόπαιη τιμιότητα» πίσω από τη στάση του.

Αναφέρεται επίσης στη συνεργασία τους στα μέσα της δεκαετίας του ’90, όταν συμμετείχε ως νεαρός μουσικός στη «Σφεντόνα» και αργότερα φιλοξένησε τον Σαββόπουλο στην «Ταράτσα» του. Ο ίδιος θυμάται τη φράση του Σαββόπουλου:

«Θα κάνω ό,τι πιο δικό μου: θα πω τραγούδια άλλων. Πάντα ήθελα να ήμουνα οι άλλοι.»

Ο Φοίβος Δεληβοριάς ανέφερε πως διαφώνησε μαζί του πολλές φορές, αλλά δεν σκέφτηκε ποτέ να τον «κανιβαλίσει», γιατί αναγνώριζε ότι ήταν «μια ιδιοφυΐα, ένας αληθινός καλλιτέχνης που έλεγε τη γνώμη του πληρώνοντας το κόστος».

Το κείμενό του κλείνει με συγκίνηση και τρυφερότητα:

«Γεια σου, ακριβέ κι αγαπημένε μου. Θα σου χρωστώ για πάντα όλο τον εαυτό μου — κι αυτόν που λέω πως έχω κι εκείνον που δεν ξέρω ακόμα.»

Ακολουθεί, ολόκληρο το κείμενο του Φοίβου Δεληβοριά για τον Διονύση Σαββόπουλο.


««Αυτή τη νύχτα η καρδιά μου είναι βαριά, δεν υπάρχει ούτε μια λέξη να μου δώσεις». Γιατί μπορεί να προετοιμαζόμουν καιρό γι’ αυτή την αναχώρηση -τις τελευταίες μέρες κιόλας την αισθανόμουν κάτω από κάθε βήμα που άκουγα- να όμως που ήμουν εντελώς απροετοίμαστος. Κάθομαι, λοιπόν -με την καρδιά μου να «αιμορραγεί σαν τον ουρανό»- να βγάλω λίγο από το χρέος, να αγγίξω λίγη από την ομορφιά, να νιώσω κάτι απ’ την πληγή, ν’ αφουγκραστώ λιγάκι απ’ την μεγάλη γιορτή που σε τόσα τραγούδια του ονειρεύτηκε. Αυτήν που «ο Όλιβερ Τουίστ και ο Αδόλφος», «ο Μαρκήσιος Ντε Σαντ και ένας hippie», «η Παρθένα και ο Σατανάς» «πίνουν από το ίδιο το ποτήρι» και «πετούν αγκαλιασμένοι μακριά».

Ο Σαββόπουλος μας περιείχε όλους. Είπε ένα τραγούδι για τον καθέναν από μας. Αν αισθάνθηκαν κάποιοι άνθρωποι προδομένοι από κείνον, ήταν επειδή ήταν τόσο σίγουροι ότι τραγουδάει για κείνους μόνο –και, έκπληκτοι, την επόμενη μέρα, ανακάλυπταν πως το επόμενο τραγούδι του μιλούσε και για τον διπλανό τους, τον αντίθετό τους.

Παρέες παιδιών του 114, παρέες ροκάδων, γενναίοι του αντιδικτατορικού αγώνα, αριστεροί και πληγωμένοι απ’ την αριστερά, ιερείς, αποσυνάγωγοι του ’70 και φλώροι του ‘90, όλοι λίγο-πολύ (χώρια όμως ο ένας απ’ τον άλλον) περπάτησαν μια νύχτα μέχρι το ξημέρωμα, αναλύοντας κάποιον στίχο του, ταυτιζόμενοι ή διαφωνώντας με μιαν επιλογή του, αγγίζοντας για μια στιγμή το νόημα που πάντα υποψιάζονταν από μικροί, εκείνος όμως τους το είχε κάνει τόσο άμεσο.

Γιατί τι πιο άμεσο απ’ το «Φορτηγό», το «Περιβόλι», το «Βρώμικο Ψωμί», τους «Αχαρνής» και τη «Ρεζέρβα» και τα «Τραπεζάκια»; Όλα πράγματα σύνθετα και απρόσιτα, δύσκολα σαν τον τραυλό στον «Μπάλλο», σαν το «παραλήρημα της χώρας σου που αυξάνει» στο «Μυστικό Τοπίο», σαν τα ανάποδα φλάουτα στην «Μαύρη Θάλασσα», σαν τα ακόρντα και τα στοιχειωμένα στιχουργικά μέτρα στο «Μακρύ Ζεϊμπέκικο». Κι όμως, όλα να χτυπάνε κατ’ ευθείαν κέντρο. Ποιητικό κέντρο, μουσικό κέντρο, φιλοσοφικό, πνευματικό. Ανθρώπινο και πέρα από τον άνθρωπο.

Ένα ιερό αμφίβιο είναι το έργο του Σαββόπουλου, κάτι που ακουμπούσε και στην εδώ ζωή και στην επέκεινα. Κι αυτός ένας κανονικός τρελός, ο πιο τρελός άνθρωπος που γνώρισα ποτέ, ένας απρόσιτος με μάτια που δεν έβλεπαν εδώ, έτοιμος κάθε στιγμή να καταστρέψει τη ζωή, να τη ρεζιλέψει και να τη χάσει μέσα από τα χέρια του, για να τη λατρέψει το ίδιο βράδυ στη σκηνή, με ένα δόσιμο ακαταμάχητης τρυφερότητας και πάθους.

Είχα την περίεργη τύχη, 15χρονος, να δω την απόλυτη, σκληρή απογύμνωση και διαπόμπευσή του στο «Κούρεμα» στο ΖΟΟΜ της Πλάκας. Κόσμος ελάχιστος, ορκισμένων πρώην θαυμαστών του, που του πετούσε δεκάρικα και τον έβριζε, ενώ εκείνος, κουρεμένος, με μια εικόνα μέσου ανθρώπου περιέργως αποκρουστική στο ερωτευμένο με την τέχνη του ασυνείδητό μας, τραγουδούσε το «Εμείς του ‘60» και τους «Κωλοέλληνες» και έβαζε την Αρβανιτάκη με δυο όργανα να λέει αμέσως μετά το «Γεννήθηκα για να πονώ και για να τυραννιέμαι».

Εκεί τον αγάπησα ακόμα πιο πολύ, δεν αισθάνθηκα καμιά «προδοσία» στην συμπεριφορά του. Αντίθετα, αισθάνθηκα μιαν αποτρόπαιη τιμιότητα. Έδειχνε στους ανθρώπους του ποιος ήταν και ποιος είχε γίνει, ποιοι ήταν στο όνειρό τους και ποιοι ήταν στον καθρέφτη τους. Και δεν ήταν καθόλου ωραίο αυτό. Κυρίως γιατί μέσα στην βίαιη αυτή πράξη τα τραγούδια του είχαν γίνει λίγο σα δηλώσεις, σαν εκθέσεις ιδεών, μέσα σε όλα όσα είχε «κουρέψει» ήταν η ποιητική του απόλυτη ελευθερία.

Κι όμως και μέσα στο ύστερο έργο του, αυτό που έπεται του περίεργου αυτού «αποχαιρετισμού» στον νεανικό εαυτό του, υπάρχουν στιγμές που δεν γίνεται να συγκριθούν με τίποτε άλλο, κανενός άλλου. Η πρόζα στον «Μονομάχο», το «Φως στις 10 το πρωί» , ο «Χρονοποιός». Καθαρόαιμα, ουρανοπρεπή αριστουργήματα. Και φυσικά, καθόλου αταίριαστα με τη θυσία του.

Από μιαν άλλη «ευλογία που αγνοώ» τον έζησα πολύ κι από κοντά. Δουλέψαμε μαζί ολόκληρες σεζόν, μικρός συνοδοιπόρος του εγώ το ’96 στη «Σφεντόνα» και στην καλοκαιρινή του περιοδεία, καλεσμένος μου κι αυτός 3 σεζόν στην «Ταράτσα». Την 2η μάλιστα σεζόν του έδωσα τον χώρο για 6 Δευτέρες για να κάνει ό,τι πιο δικό του ήθελε. Μου λέει «Θα κάνω ό,τι πιο δικό μου: θα πω τραγούδια άλλων. Πάντα ήθελα να ήμουνα οι άλλοι. Ήταν όπως εγώ, αλλά ωραίοι». Κι έκανε ένα πρόγραμμα πραγματικά συγκινητικό, όπου τραγούδησε από Μάρκο σε Μίκη κι από Κραουνάκη σε Μάλαμα και Παπακωνσταντίνου με μια δική του, βραχνιασμένη παιδικότητα. «Όλα εκείνα που αγαπώ ειν’ αλλονών κι αλλιώς φαντάζουν».

Κι όμως , εμείς που γράψαμε ύστερα απ’ αυτόν, μάθαμε ότι είμαστε οι εαυτοί μας μέσα απ’ τα δικά του τραγούδια. Ήταν σαν κι αυτούς τους gamers που έχουνε φτάσει το παιχνίδι ως το τέλος και συναντάς τα χνάρια τους σε κάθε πίστα, και τους ρωτάς κάθε φορά πώς τα κατάφεραν. Όταν τον ρωτούσα, γινόταν ξαφνικά παιδί. Ήθελε, αίφνης, να μου τα χαρίσει όλα. Και πιστεύω το ίδιο θα έζησαν κι ένα σωρό «νεοι κανταδόροι», όπως υπέροχα αποκαλούσε τους νεαρούς συντρόφους του στους «Αχαρνής».

Διαφώνησα μαζί του; Μα φυσικά, πολλές φορές, όπως με όλους τους ανθρώπους που αγάπησα. Πολλά πράγματα στα οποία εκείνος έβλεπε μια ελπίδα, εγώ τα έβρισκα δυσοίωνα, κουμπωνόμουν. Δεν διανοήθηκα, όμως, ποτέ να τον κανιβαλίσω. Γιατί ήταν μια ιδιοφυία, ένας αληθινός καλλιτέχνης που έλεγε τη γνώμη του, πληρώνοντας το κόστος με τον ίδιο του τον θρόνο. Και γιατί το έργο του, το φωτεινό του έργο, δεν ήταν και δεν είναι μια εφήμερη γνώμη, δικιά του ή δικιά μας. Ήταν βγαλμένο απ’ το αίμα της καρδιάς, απ’ τον «ουρανό που αιμορραγεί» και «μας αθωώνει».

Έτυχε πριν δυο μέρες να αναρτήσω εδώ ένα κείμενο για τα 100χρονα του Μάνου Χατζιδάκι. Να, λοιπόν, που ο πανδαμάτωρ χρόνος με κάνει να αναρτώ δίπλα του ακριβώς ένα κείμενο για κείνον. Και είναι τόσο ωραία ταιριαστό να τους βλέπω ξανά δίπλα-δίπλα, τον έναν πλάϊ στον άλλον, όπως τους είδα κάποτε και ζωντανά. Και αυτή η κοινή ζωή που ένωσε κι εμένανε κι εσάς μ’αυτούς τους δύο και μ’όλους τους άλλους κρίκους της «χρυσής αλυσίδας» της μεταπολεμικής Ελλάδας, είναι αυτή που θα μου δώσει καύσιμα και για την επόμενη ζωή, με τα σκοτάδια που μας κυκλώνουν, αυτά της ύπαρξης κι αυτά του πλανήτη, που ξεφορτώνεται τόσο εύκολα ό,τι τον έκανε για λίγο φωτεινό. Κι όμως, για να δανειστώ ξανά τα δικά του λόγια, «θα βρεθούμε κάποτε ξανά, με τα ίδια αυτά σώματα, με τα ίδια χαμόγελα», στο ίδιο τραπέζι, στο ίδιο περιβόλι. Και ο Διονύσης θα μας περιμένει εκεί, λυτρωμένος από τα βάρη της αρρώστιας μας, να «σμίξει παλιές κι αναμμένες τροχιές με το ροκ του μέλλοντός μας».

Γεια σου, ακριβέ κι αγαπημένε μου. Θα σου χρωστώ για πάντα όλο τον εαυτό μου –κι αυτόν που λέω πως έχω κι εκείνον που δεν ξέρω ακόμα»».

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

«Ήταν λάθος»: Η πρώτη συνέντευξη της γυναίκας που πιάστηκε με το αφεντικό της από την kiss cam των Coldplay

Tabloid 19.12.2025
Η ζωή της έγινε κόλαση - Δέχτηκε απειλές μέχρι και για τη ζωή της

Σταμάτης Γονίδης: «Όταν τσακώνομαι με τη γυναίκα μου γκρεμίζω το σπίτι – Η κόρη μου δεν μου μίλαγε»

Tabloid 19.12.2025
Όσα είπε για την πατρότητα, τις απώλειες, την αγάπη και την πίστη

Λιάγκας: Υποσχέθηκε στον «αέρα» ότι θα αδυνατίσει – «6 του μήνα το ράβω»

TV Buzz 19.12.2025
«Είμαι στα πιο παχιά που έχω υπάρξει ποτέ»

Μισός ο Φάνης Λαμπρόπουλος: `Έχασα 20 κιλά ‑ Με έβαλε ο γιατρός με το ζόρι`

Tabloid 19.12.2025
Μία σημαντική απώλεια βάρους πέτυχε ο παρουσιαστής Φάνης Λαμπρόπουλος

Η ανάρτηση του Διαμαντή Καραναστάση μετά την κλήση για οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ: «Από αύριο μόνο φραπέ»

Tabloid 19.12.2025
Στον πρώην βουλευτή επιβλήθηκε πρόστιμο 350 ευρώ και του αφαιρέθηκε το δίπλωμα οδήγησης για έναν μήνα

Το σέξι βίντεο από τα χρόνια που η Σοφία Βεργκάρα πόζαρε ως μοντέλο στο Μεξικό

Social 19.12.2025
Η Λατίνα ηθοποιός δεν απογοήτευσε για ακόμα μια φορά τους followers της στα social media

Το σχόλιο του Έλον Μασκ για το μπούστο της Σίντνεϊ Σουίνι που προκάλεσε την οργή των θαυμαστών της

Social Χτες
Η ανάρτηση προκάλεσε έντονη δυσαρέσκεια, με πολλούς χρήστες να τη χαρακτηρίζουν ακατάλληλη και άκομψη

Γιώργος Καρτελιάς: Οδηγήθηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο

Tabloid Χτες
«Ξαφνικά ένιωθα πόνο στο στήθος και ένα μούδιασμα στο χέρι και ίδρωσα»

Πρωινές εκπομπές σε «πόλεμο» για τον Γιώργο Μαζωνάκη

TV Buzz Χτες
Η ιστορία έχει ξεκινήσει από την περασμένη Κυριακή