Γιατί πάνω από το 50% των γονέων νιώθουν ότι χάνουν την ταυτότητα τους μετά τα παιδιά
Το μεγάλο δίλημμα της γονεϊκότητας
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 17/10/2025 | 00:18

Από το πρώτο χαμόγελο του μωρού μέχρι την τελευταία μέρα του σχολείου, η γονεϊκότητα είναι ένα ταξίδι γεμάτο χαρές, συγκίνηση και ανεπανάληπτες στιγμές. Είναι όμως και ένα ταξίδι που, για πολλούς, έχει και κόστος, όχι μόνο οικονομικό, αλλά υπαρξιακό.
Μια νέα μελέτη της Headway αποκαλύπτει μια σιωπηλή πραγματικότητα: περισσότεροι από τους μισούς γονείς παραδέχονται ότι έχουν βάλει την καριέρα, τα όνειρα και, τελικά, τον ίδιο τους τον εαυτό σε δεύτερη μοίρα για χάρη των παιδιών τους.
Το 57% δηλώνει πως έχει απορρίψει ευκαιρίες εργασίας για να μπορεί να είναι παρόν στο σπίτι, ενώ το 34% παραδέχεται ότι οι προσωπικές του φιλοδοξίες «πάγωσαν» από τη στιγμή που γεννήθηκαν τα παιδιά. Για πολλούς, η ζωή χωρίστηκε στα «πριν» και στα «μετά» — με το «πριν» να μοιάζει πλέον σαν μακρινή ανάμνηση μιας άλλης ταυτότητας.
Οι μαμάδες κουβαλούν ακόμα το μεγαλύτερο βάρος
Η μελέτη δείχνει ότι οι μητέρες εξακολουθούν να επωμίζονται το μεγαλύτερο κομμάτι της φροντίδας και της θυσίας. Παρότι τα τελευταία χρόνια οι πατέρες συμμετέχουν περισσότερο, η ανισορροπία παραμένει: οι γυναίκες είναι συχνότερα εκείνες που αφήνουν τη δουλειά, μειώνουν ώρες, ή βάζουν φρένο στην εξέλιξή τους. Πολλοί εργοδότες εξακολουθούν να βλέπουν τη μητρότητα ως «εμπόδιο», και οι μαμάδες πληρώνουν το τίμημα — με χαμένες προαγωγές, επαγγελματική απομόνωση ή απλώς με εξάντληση.
Η κοινωνική πίεση επίσης δεν βοηθά. Οι μητέρες που τολμούν να βάλουν τον εαυτό τους πάνω από τις ανάγκες του σπιτιού κρίνονται συχνά αυστηρά, ενώ οι άνδρες που διεκδικούν άδεια γονέα ή ευέλικτο ωράριο αντιμετωπίζουν υποδόριες επικρίσεις. Το αποτέλεσμα είναι ένα σύστημα ενοχής που εγκλωβίζει και τα δύο φύλα — αλλά πιο πολύ τις γυναίκες.
Η σιωπηλή εξουθένωση των γονιών
Το 49% των γονιών λέει πως νιώθει ότι έχει χάσει την ταυτότητά του. Μια μητέρα που συμμετείχε στη μελέτη περιγράφει εύστοχα:
«Η εκδοχή μου πριν τα παιδιά —εκείνη με τα τακούνια και τα κοστούμια— μοιάζει με άλλη γυναίκα. Σήμερα, το ντύσιμό μου είναι φόρμες και αθλητικά. Οι έξοδοι έγιναν κερκίδες και προπονήσεις. Ο χρόνος για τον εαυτό μου είναι πολυτέλεια.»
Αυτή η φθορά δεν είναι απλώς ψυχολογική. Όταν η ζωή περιστρέφεται αποκλειστικά γύρω από τις ανάγκες των άλλων, η αίσθηση ταυτότητας συρρικνώνεται. Οι ερευνητές συνδέουν αυτή την κατάσταση με αυξημένα επίπεδα burnout, κατάθλιψης και άγχους. Σύμφωνα με τη δρ. Thapar-Olmos, η συνεχής παραμέληση των προσωπικών αναγκών λειτουργεί σαν αργό δηλητήριο: «Οι γονείς νιώθουν ότι μικραίνουν μέσα τους, ότι ο κόσμος τους στενεύει μέρα με τη μέρα».
Η ενοχή και η σιωπή
Ακόμη κι όταν μπορούν να βρουν χρόνο για τον εαυτό τους, πολλοί γονείς δεν τολμούν να το κάνουν, όχι γιατί δεν προλαβαίνουν, αλλά γιατί νιώθουν ενοχή. Το να ζητήσεις χώρο για προσωπική εξέλιξη, διασκέδαση ή ξεκούραση συχνά ερμηνεύεται ως εγωισμός. Έτσι, τα «όχι» στα επαγγελματικά ταξίδια, στις εξόδους με φίλους ή στις ευκαιρίες προαγωγής γίνονται συνήθεια. Με τον καιρό, η ενοχή αυτή μετατρέπεται σε σιωπηλή παραίτηση.
Η έλλειψη χρόνου και αυτοφροντίδας δεν πλήττει μόνο τον γονιό, αλλά και τη σχέση του. Το 29% των ερωτηθέντων παραδέχεται ότι η γονεϊκότητα έχει φέρει ένταση στο ζευγάρι. Όπως σημειώνουν οι ειδικοί, «όταν χάνεις την επαφή με τον εαυτό σου, είναι δύσκολο να συνδεθείς ουσιαστικά με κάποιον άλλο».
Το αντίστροφο ρολόι
Ίσως το πιο πικρό εύρημα της μελέτης είναι ότι σχεδόν ένας στους τρεις γονείς ζει με την αίσθηση ενός αντίστροφου ρολογιού: περιμένει να μεγαλώσουν τα παιδιά για να «ξαναβρεί τον εαυτό του». Αλλά η ζωή δεν κάνει παύση — και ο χρόνος δεν επιστρέφει.
Η ισορροπία ανάμεσα στην οικογένεια και τον εαυτό δεν είναι πολυτέλεια, είναι προϋπόθεση ψυχικής υγείας. Όπως καταλήγει η έρευνα: το να είσαι καλός γονιός δεν σημαίνει να χάνεις τον εαυτό σου· σημαίνει να δείχνεις στα παιδιά σου πώς να μην τον χάσουν ποτέ.