Γυναικοκτονία Έφης Τσιχλάκη: Επιστρέφει στη φυλακή ο σύζυγός της, εννέα χρόνια μετά τη δολοφονία
Το Εφετείο Κρήτης δεν αναγνώρισε το ελαφρυντικό της καλής συμπεριφοράς – Του επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης 15 ετών
Δημοσίευση 26/6/2025 | 21:02

Νέα τροπή έλαβε η πολύκροτη υπόθεση της δολοφονίας της Έφης Τσιχλάκη, σχεδόν εννέα χρόνια μετά το έγκλημα που συγκλόνισε το Κολυμβάρι Χανίων. Το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Κρήτης, κατά πλειοψηφία, αποφάσισε να μην αναγνωρίσει στον σύζυγό της το ελαφρυντικό της μετέπειτα καλής συμπεριφοράς, οδηγώντας τον ξανά στη φυλακή για περίπου δύο ακόμη χρόνια.
Η Έφη Τσιχλάκη είχε βρεθεί νεκρή το 2016 μέσα στο σπίτι της στην Καμάρα Κολυμβαρίου, με τον τότε σύζυγό της να ισχυρίζεται από την πρώτη στιγμή ότι πρόκειται για αυτοκτονία. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο είχε υιοθετήσει την εκδοχή του, απαλλάσσοντάς τον.
Ωστόσο, μετά από εισαγγελική έφεση, η υπόθεση οδηγήθηκε εκ νέου στο Εφετείο, το οποίο τον έκρινε ένοχο για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, αναγνωρίζοντας όμως το ελαφρυντικό της μεταγενέστερης καλής συμπεριφοράς. Η ποινή μειώθηκε τότε στα 8 χρόνια και ο κατηγορούμενος αποφυλακίστηκε έχοντας εκτίσει 1,5 χρόνο κράτησης.
Το ελαφρυντικό, όμως, αναιρέθηκε από τον Άρειο Πάγο, ο οποίος έκρινε ότι δεν αιτιολογήθηκε επαρκώς, με αποτέλεσμα η υπόθεση να επιστρέψει στο Εφετείο για νέα κρίση επί του θέματος.
Κατά τη χθεσινή συνεδρίαση, το Εφετείο Κρήτης με ψήφους 5-2 απέρριψε το ελαφρυντικό και επέβαλε στον κατηγορούμενο ποινή κάθειρξης 15 ετών, γεγονός που σημαίνει ότι θα επιστρέψει στη φυλακή, για να εκτίσει το υπόλοιπο της ποινής του. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι τρεις τακτικοί δικαστές είχαν ταχθεί υπέρ της επιβολής ισόβιας κάθειρξης, ωστόσο επικράτησε η πρόταση των ενόρκων για 15 χρόνια.
Ο σύζυγος της Έφης Τσιχλάκη εξακολουθεί να δηλώνει αθώος, επαναλαμβάνοντας τον ισχυρισμό της αυτοχειρίας, παρά το γεγονός ότι έχει καταδικαστεί οριστικά και αμετάκλητα για τη δολοφονία της.
Η υπόθεση της Έφης Τσιχλάκη είχε συγκλονίσει την Κρήτη, όχι μόνο λόγω των συνθηκών του θανάτου της, αλλά και εξαιτίας της πολύχρονης και πολυεπίπεδης δικαστικής διαδρομής της, που ανέδειξε τις δυσκολίες απόδειξης και τις αντιφάσεις στις κρίσεις των δικαστηρίων γύρω από τις γυναικοκτονίες.