E-Daily

«Ο άγγελος του θανάτου»: Ποια ήταν η γυναίκα που είχε πάθος με το να δολοφονεί ανθρώπους

Ήταν γνωστή και ως «Χαρούμενη Jane»

Γράφει η ΔΑΦΝΗ ΤΣΑΡΤΣΑΡΟΥ

20/9/2023 | 00:18

Nextweb Studio

Η νοσοκόμα Jane Toppan σκότωσε τουλάχιστον 31 ανθρώπους μεταξύ 1880 και 1901, αλλά οι γιατροί που την είχαν προσλάβει νόμιζαν ότι ήταν μια από τις καλύτερες νοσοκόμες τους.

Σήμερα, οι ψυχίατροι λένε ότι ήταν μια από τις πιο ασυνήθιστες κατά συρροή δολοφόνους στην ιστορία. Όπως πολλοί δολοφόνοι του είδους, είχε μια δύσκολη παιδική ηλικία, αλλά σε αντίθεση με τις περισσότερες γυναίκες serial killers, δολοφονούσε για τη seξουαλική συγκίνηση.

Καθώς τα θύματά της ήταν ετοιμοθάνατα, ερεθιζόταν έντονα με το να τα κρατάει και να τα χαϊδεύει. Η Jane Toppan δεν μπορούσε να αντισταθεί σε αυτό και παραδέχτηκε ότι φιλοδοξούσε «να έχει σκοτώσει περισσότερους αβοήθητους ανθρώπους από οποιονδήποτε άλλο άνδρα ή γυναίκα που έζησε ποτέ».

Τα πρώτα χρόνια της "Jolly Jane"

Η Jane Toppan δεν ήταν καν το πραγματικό της όνομα. Γεννήθηκε ως Nora Kelley, στη Βοστώνη, το 1854, από Ιρλανδούς μετανάστες, τη Bridget και τον Peter Kelly. Η μητέρα της πέθανε από φυματίωση όταν ήταν μωρό, ενώ ο πατέρας της έπασχε από ψυχικές ασθένιες που τον οδήγησαν στο φρενοκομείο. Η Nora βρέθηκε στο σπίτι των Toppan ως ψυχοκόρη, όπου της δόθηκε το όνομα Jane και το επίθετό τους. Μεγαλώνοντας, αφού αρίστευσε στο σχολείο, έμεινε στο σπίτι ως υπηρέτρια. Πέρασε μια περίοδο κατάθλιψης όταν την παράτησε ο αρραβωνιαστικός της και έκανε δύο απόπειρες αυτοκτονίας. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1880, η Jane φάνηκε να ανακάμπτει και εγγράφηκε ως φοιτήτρια νοσοκόμα στο νοσοκομείο του Κέιμπριτζ, όπου της δόθηκε και το υποκοριστικό Jolly Jane επειδή ήταν πάντοτε χαρούμενη και πρόσχαρη. Και πάλι διέπρεψε ακαδημαϊκά. Ωστόσο, οι ανώτεροί της ενοχλήθηκαν από την εμμονή της με τις αυτοψίες. Απολύθηκε αφού δύο ασθενείς πέθαναν μυστηριωδώς. Έφυγε χωρίς το πιστοποιητικό της, αλλά πλαστογράφησε τα χαρτιά και βρήκε στη συνέχεια δουλειά ως ιδιωτική νοσοκόμα.

Τα επόμενα 20 χρόνια, προσλήφθηκε από δεκάδες οικογένειες της Νέας Αγγλίας για να φροντίσει τους άρρωστους και τους ηλικιωμένους τους.

Στις 4 Ιουλίου 1901, ένας παλιός φίλος της Jane, ο Mattie Davis, ήρθε για επίσκεψη. Πέθανε υπό τη φροντίδα της στο Κέιμπριτζ. Η Jane συνόδευσε τη σορό στο σπίτι  του στο Cataumet για την ταφή. Εκεί διατηρήθηκε ως νοσοκόμα της οικογένειας από τον πατριάρχη Alden Davis. Στις 29 Ιουλίου η παντρεμένη κόρη του, Annie Gordon, η οποία είχε στραφεί στη νοσοκόμα σε απόγνωση, ήταν νεκρή. Λίγες μέρες αργότερα ο Davis πέθανε από «εγκεφαλικό» και η επιζώσα κόρη του, Mary Gibbs, πέθανε στις 19 Αυγούστου.

Απολύθηκε αφού δύο ασθενείς πέθαναν μυστηριωδώς. Έφυγε χωρίς το πιστοποιητικό της, αλλά πλαστογράφησε τα χαρτιά και βρήκε στη συνέχεια δουλειά ως ιδιωτική νοσοκόμα.

Ολόκληρη η οικογένεια είχε αφανιστεί μέσα σε έξι εβδομάδες. Ο σύζυγος της Mary συνειδητοποίησε ότι αυτό δεν ήταν τυχαίο. Ζήτησε αυτοψία στα σώματα της οικογένειας και στα τρία τελευταία θύματα βρέθηκαν θανατηφόρες δόσεις μορφίνης. Σε εκείνο το σημείο, η Jane είχε καταφύγει πίσω στη Βοστώνη.

Μέχρι τη στιγμή που η Jane συνελήφθη στο Amherst, στις 29 Οκτωβρίου, είχε σκοτώσει την ανάδοχη αδερφή της, Edna Bannister, και δούλευε σε έναν άλλο ασθενή προτού η αστυνομία διακόψει τα σχέδιά της. Στην κράτηση, κατονόμασε 31 από τα θύματά της, αλλά πιστεύεται ότι ο τελικός της απολογισμός ήταν μεταξύ 70 με 100 ατόμα.

Η Nora Kelly, ή "Jolly Jane" Toppan, φυλακίστηκε στο κρατικό άσυλο στο Taunton. Πέθανε τον Αύγουστο του 1938 σε ηλικία 84 ετών.