Δολοφονία φαρμακοποιού στο Ψυχικό: Οργή των συγγενών
«Τέρας, δολοφόνε, ψεύτη, κατέστρεψες μια οικογένεια...»
Δημοσίευση 20/9/2019 | 16:03
«Τέρας, δολοφόνε, ψεύτη, κατέστρεψες μια οικογένεια...». Με αυτά τα λόγια «υποδέχθηκαν» σήμερα στην αίθουσα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας, οι συγγενείς του δολοφονημένου φαρμακοποιού Βασίλη Φλώρου τον 52χρονο κατασκευαστή που κατηγορείται για την υπόθεση.
Η ατμόσφαιρα με την έναρξη της δίκης ήταν ιδιαίτερα τεταμένη, με την κόρη μάλιστα του 57χρονου θύματος, να μην αντέχει από την φόρτιση και να λιποθυμάει δυο φορές μέσα στη δικαστική αίθουσα.
Το στυγερό έγκλημα είχε λάβει χώρα τον Σεπτέμβριο του 2018. Ο άτυχος φαρμακοποιός δολοφονήθηκε έξω από το σπίτι του στο Ψυχικό. Ως δράστης φέρεται ο 52χρονος κατηγορούμενος ο οποίος έχει ομολογήσει στις αρχές το έγκλημα.
Μάλιστα, σήμερα στο δικαστήριο ψέλλισε συγνώμη στους συγγενείς του 57χρονου φαρμακοποιού, οι οποίοι ήταν παρόντες στη δίκη και κατάθεσαν στο δικαστήριο όσα γνωρίζουν για την υπόθεση.
Ειδικότερα, καταθέτοντας στο δικαστήριο ο γιος του άτυχου φαρμακοποιού ανέφερε πως η δολοφονία του πατέρα του ήταν προσχεδιασμένη. Όπως ανέφερε ο μάρτυρας ο κατηγορούμενος σκοπό είχε να μην επιστρέψει το χρέος των 300.000 ευρώ που είχε προς τον πατέρα του. Ο ίδιος μάλιστα, περιέγραψε στο δικαστήριο ότι οι οικονομικές διάφορες θύτη και θύματος «είχαν γίνει καρκίνος» στην οικογένειά τους.
«Είχαμε οκτώ χρόνια δικαστική διαμάχη και 13 δικαστήρια, τα έχει χάσει όλα», είπε ο μάρτυρας και συνέχισε: «Μέχρι την τελευταία στιγμή ήξερε πώς να μεθοδεύει και να γλιτώνει από τις παρανομίες του. Ο φθόνος και η ζήλια τον έκαναν να σκοτώσουν τον πατέρα μου».
Μιλώντας για τον κατηγορούμενο ο γιος του θύματος ανέφερε ακόμη πως επικαλείται ψυχολογικά προβλήματα «για να συγκινήσει το ακροατήριο», επισημαίνοντας παράλληλα πως δεν είχε πρόθεση να αποπληρώσει το χρέος του προς τον πατέρα του.
Ακόμη, στην κατάθεσή του ο ίδιος περιέγραψε τον πατέρα του ως έναν υπέροχο άνθρωπο και χαρακτήρισε τον κατηγορούμενο ως «απατεώνα που απλά δεν ήθελε να δώσει αυτά που χρωστούσε».
Μιλώντας για το έγκλημα, ο γιος του θύματος κατέθεσε ακόμη στο δικαστήριο πως ο δράστης ήξερε πως στη θέση του οδηγού βρισκόταν ο πατέρας του και στόχευσε με σκοπό να τον σκοτώσει. «Μετά τη δολοφονία και τέσσερις ημέρες πριν συλληφθεί, εμφανίστηκε και σε δικαστήριο που είχαν με τον πατέρα μου για να δείξει ότι δεν έχει τίποτα να φοβηθεί», ανέφερε ο μάρτυρας.
Από την πλευρά της η σύζυγος του θύματος, ανέφερε στην κατάθεσή της: «Άκουσα τα "μπαμ", δεν κατάλαβα στην αρχή ότι ήταν πυροβολισμοί, βγήκαμε με την κόρη μου στο μπαλκόνι. Είδα τον άνδρα μου έξω από το αυτοκίνητο μέσα στα αίματα... Μέχρι να κατέβουμε κάτω νόμιζα ότι ήταν ένα φρικτό όνειρο αλλά δεν μπορούσα να ξυπνήσω».
Μιλώντας για τον κατηγορούμενο η ίδια είπε: «Θα σκότωνε εκείνη την ημέρα όποιον ήταν στο αυτοκίνητο. Με το που άνοιξε η γκαραζόπορτα ρίχνει τις δύο τυφλές. Ευτυχώς που δεν πήγε εκείνη την ημέρα και η κόρη μου με τον μπαμπά της όπως συνήθιζε, θα είχα χάσει και το παιδί μου. Πέσαμε εντελώς έξω με αυτό τον άνθρωπο, δεν φανταζόμουν τι ήταν ικανός να κάνει... Τραβάω το δικό μου Γολγοθά με τα παιδιά μου, το τελευταίο που με νοιάζει είναι αυτά τα λεφτά».
Μάλιστα, η ίδια ανέφερε πως βρίσκεται στο δικαστήριο για τον σύζυγο της και πατέρα των παιδιών της, τη ζωή του οποίου, όπως είπε, στέρησε ο κατηγορούμενος.
Συγκλονιστική ήταν όμως και η κατάθεση της κόρης του άτυχου φαρμακοποιού στο δικαστήριο. Περιγράφοντας τις στιγμές λίγο πριν τη δολοφονία του πατέρα της, η μάρτυρας ανέφερε: «Με φίλησε ο μπαμπάς μου και είπε καλό διάβασμα και έφυγε. Μετά από λίγο ακούω κάτι κρότους, ήταν συνεχόμενοι, υπήρξε ένα κενό και ξανάρχισαν. Πετάχτηκα από το δωμάτιο. Πάω να βγω στο μπαλκόνι και κοιτάω κάτω το δρόμο και ήταν ο μπαμπάς έξω από το αυτοκίνητο γεμάτος με αίματα και δεν κουνιόταν. Ο δολοφόνος είχε πάρει μέχρι και ρούχα για να αλλάξει και στη συνέχεια έφυγε ψύχραιμος».
Τέλος, κάτοικοι της γειτονιάς που είδαν τον δράστη της δολοφονίας να αποχωρεί από το σημείο κατέθεσαν πως έφυγε ψύχραιμος και με αργά βήματα από το τόπο του εγκλήματος.