Καρέ‑Καρέ: Όταν η Χούντα «έκοβε» ατάκες και οι ηθοποιοί μιλούσαν με βλέμματα ‑ Οι απαγορευμένες ιστορίες του ελληνικού σινεμά
Από την Αλίκη Δικτάτωρ ως το “Μεγάλο μας Τσίρκο”: πώς ο κινηματογράφος τα έβαλε με τη λογοκρισία - και νίκησε!
Γράφει η ΔΑΦΝΗ ΤΣΑΡΤΣΑΡΟΥ Δημοσίευση 14/11/2025 | 01:02

Το Καρέ-Καρέ επιστρέφει με ένα από τα πιο συγκλονιστικά του επεισόδια: ένα ταξίδι στις σκοτεινές δεκαετίες του ελληνικού κινηματογράφου, τότε που η λογοκρισία έκοβε, ράβοντας σιωπές, αλλά οι δημιουργοί έβρισκαν τρόπο να πουν την αλήθεια — με βλέμματα, τραγούδια και υπονοούμενα.
Ο ελληνικός κινηματογράφος υπήρξε πάντα μια μορφή τέχνης που τόλμησε να κοιτάξει την εξουσία στα μάτια και να την κοροϊδέψει. Από τα χρόνια της λογοκρισίας, οι δημιουργοί έμαθαν να μιλούν με πονηρό, υπόγειο, αλλά και ξεκάθαρο τρόπο. Ένα βλέμμα, ένα τραγούδι, μια φράση — και το μήνυμα περνούσε, χωρίς να χρειάζεται καμία πολιτική ανάλυση.
Η λογοκρισία δεν είναι λέξη καινούρια στην Ελλάδα. Από τις αρχές του 20ού αιώνα, το «άγρυπνο μάτι» του κράτους παρακολουθούσε κάθε μορφή τέχνης. Αλλά το ψαλίδι δούλεψε υπερωρίες στα χρόνια της Χούντας, βάζοντας στον ίδιο καλούπι και τον ελληνικό κινηματογράφο. Κι όμως, οι δημιουργοί βρήκαν τρόπους να μιλήσουν — να γελάσουν, να σατιρίσουν, να αφήσουν υπαινιγμούς που το κοινό καταλάβαινε.
Το 1972, η ταινία «Η Αλίκη δικτάτωρ» προβάλλεται εν μέσω δικτατορίας. Μπορεί να μην ήταν από τις πιο δημοφιλείς της Βουγιουκλάκη, αλλά το ρομαντικό της ύφος περνούσε ένα μήνυμα αντίστασης. Παρά τις λογοκρισίες και τις κοπές, μια σκηνή έμεινε στην ιστορία: η Αλίκη δίπλα στον Μάνο Κατράκη ψιθυρίζει το «Πότε θα κάνει ξαστεριά», ένα τραγούδι-σύμβολο της ελευθερίας.
Δύο χρόνια νωρίτερα, το 1969, η ταινία «Ξύπνα Βασίλη» του Φίνου και του Ψαθά παρουσιάζει έναν λαό που χάνει το μυαλό του μέσα στη σύγχυση και την υποκρισία της εξουσίας. Ο τίτλος μόνο ειρωνικός: ο Βασίλης μπορεί να ξυπνά, αλλά γύρω του όλοι συνεχίζουν να κοιμούνται.
Το 1975, η μεταπολίτευση φέρνει την ταινία «Ένα τανκς στο κρεβάτι μου» του Γιάννη Δαλιανίδη — μια κωμωδία που αποτυπώνει την τρέλα του καθεστώτος μέσα από την καθημερινότητα ενός απλού ανθρώπου. Το γέλιο γίνεται όπλο, η σατιρική ματιά μέσο αντίστασης.
Η πραγματική μάχη όμως δεν δόθηκε μόνο μπροστά στην κάμερα. Η Χούντα ήθελε τους ηθοποιούς κοντά της: τους καλούσε σε δεξιώσεις, φωτογραφίες, χαμόγελα. Κάποιοι συμμορφώθηκαν για επιβίωση, άλλοι πλήρωσαν το τίμημα της άρνησης. Ο Σταύρος Παράβας εξορίστηκε στη Γυάρο για μια μαντινάδα εναντίον του καθεστώτος, ενώ ο Κώστας Βουτσάς, ο Κωνσταντάρας και η Ρένα Βλαχοπούλου βρέθηκαν στο στόχαστρο φημών και αντιδράσεων.
Το 1973, στο «Μεγάλο μας Τσίρκο», η Τζένη Καρέζη, ο Κώστας Καζάκος και ο Νίκος Ξυλούρης έπαιζαν μπροστά σε κατάμεστες αίθουσες, ενώ έξω από το θέατρο πράκτορες σημείωναν τις αντιδράσεις του κοινού. Οι ηθοποιοί συνελήφθησαν, αλλά το μήνυμα είχε ήδη περάσει: η Τέχνη είχε νικήσει τη σιωπή.
Η λογοκρισία, όσο παράδοξο κι αν φαίνεται, γέννησε δημιουργικότητα. Οι δημιουργοί έμαθαν να κρύβουν νοήματα σε ατάκες, βλέμματα, τραγούδια — και το κοινό καταλάβαινε. Μια κωμωδία μπορούσε να γίνει πιο ανατρεπτική από χίλια συνθήματα.
Σήμερα, οι ταινίες αυτές γεμίζουν αίθουσες με γέλια και νοσταλγία, αλλά πίσω από κάθε σκηνή υπήρχε ρίσκο, φόβος και ευφυΐα. Ο ελληνικός κινηματογράφος απέδειξε ότι η Τέχνη πάντα βρίσκει τρόπο να μιλήσει — ακόμα και απέναντι στη σιωπή.
Το Καρέ-Καρέ κυκλοφορεί κάθε Παρασκευή με νέες ιστορίες από τα παρασκήνια του ελληνικού σινεμά. Διαθέσιμο στο Spotify, Apple Podcasts, Google Podcasts και σε όλες τις πλατφόρμες. Αν σου άρεσε, κάνε subscribe — για να μη χάσεις κανένα καρέ.






